Μέσα προστασίας των θυμάτων της ενδοοικογενειακής βίας

Το τελευταίο διάστημα πολύς λόγος γίνεται σε παγκόσμιο επίπεδο -αρχής γενομένης από την Ιταλία- αλλά και στη χώρα μας, για την ενδοοικογενειακή βία, καθώς εν μέσω της «καραντίνας» παρατηρείται μια αύξηση των κρουσμάτων. Ενδοοικογενειακή βία αποτελεί κάθε μορφή βίας, κακοποίησης και παραμέλησης στο πλαίσιο της οικογενειακής ζωής και εκδηλώνεται με πολλές μορφές. Ενδεικτικά, αναφέρονται η λεκτική, η σωματική, η ψυχολογική, η σεξουαλική και η συναισθηματική βία.

Θύματα ενδοοικογενειακής βίας, ως επί το πλείστον, είναι τα ευάλωτα μέλη της οικογένειας, δηλαδή τα τέκνα, οι σύζυγοι και οι ηλικιωμένοι και προέρχεται από άλλα μέλη της οικογένειας. Πρωτίστως, όμως, το φαινόμενο της ενδοοικογενειακής βίας εκδηλώνεται σε βάρος των γυναικών, παραβιάζοντας την αναγνωρισμένη αρχή της ισότητας των φύλων του άρθρου 4 παρ. 1 του Συντάγματος. Η βία αυτή πολύ συχνά έχει ως αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, την παρακώλυση της ελεύθερης ανάπτυξης της γυναικείας προσωπικότητας.

Είναι ενδεικτική της ανησυχίας που επικρατεί στην χώρα μας, λόγω της αύξησης των κρουσμάτων ενδοοικογενειακής βίας, η κινητοποίηση της πολιτείας, μέσω καμπάνιας που παρουσιάζεται σε τηλεοπτικά μέσα, με σκοπό την ενημέρωση των πολιτών για τις δυνατότητες αντιμετώπισης τέτοιων περιστατικών. Αξίζει να σημειωθεί ότι πέρα από την αστυνομία, η οποία δέχεται αναφορές ακόμα και με μήνυμα από κινητό, σημαντικό ρόλο στην καταγγελία των κρουσμάτων ενδοοικογενειακής βίας παίζουν τα σωματεία που ασχολούνται με την προστασία των κοινωνικών αυτών ομάδων, τα οποία δημιουργούν γραμμές επικοινωνίας, ενώ ταυτόχρονα αποτελούν σημεία αναφοράς, στα οποία κάθε θύμα μπορεί να απευθυνθεί και να δεχτεί συμβουλές, καθοδήγηση και ψυχολογική στήριξη (όπως isotita.gr, womensos κλπ.).

Πρέπει να επισημανθεί ότι οι δικαστικές διαδικασίες για την προστασία των ατόμων που υφίστανται ενδοοικογενειακή βία μπορούν να λάβουν χώρα και εν μέσω «καραντίνας», καθώς οι περιπτώσεις αυτές είναι κατεπείγουσες. Για το λόγο αυτό εξαιρούνται ρητά από την εφαρμογή της αναστολής λειτουργίας των δικαστηρίων και ακολουθείται η επ’ ακροατηρίω διαδικασία. 

Από νομική άποψη, η ενδοοικογενειακή βία είναι έγκλημα, το οποίο περιγράφεται και τιμωρείται από τις διατάξεις του Ν.3500/2006, σε συνδυασμό κατά κύριο λόγο με τις διατάξεις των άρθρων 312 (σωματική βλάβη αδυνάμων ατόμων) και 333 (απειλή) του Ποινικού Κώδικα. Ενδοοικογενειακή βία κατά το άρθρο 1 του Ν. 3500/2006 θεωρείται η τέλεση αξιόποινης πράξης σε βάρος μέλους της οικογένειας σύμφωνα με τα άρθρα 6, 7, 8 και 9 του ως άνω νόμου, ήτοι αξιόποινες πράξεις όπως η ενδοοικογενειακή σωματική βλάβη που προσβάλλει την σωματική ακεραιότητα και υγεία (άρθρο 6), η ενδοοικογενειακή παράνομη βία και απειλή που προσβάλλει την προσωπική ελευθερία (άρθρο 7), ο βιασμός και η κατάχρηση σε ασέλγεια που προσβάλλει τη γενετήσια ελευθερία (άρθρο 8) και η ενδοοικογενειακή προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας (άρθρο 9).

Χαρακτηριστικά, το πλαίσιο των ποινών που ορίζουν οι ανωτέρω διατάξεις μπορεί να κυμανθεί από ένα έτος φυλάκισης (για την απλή σωματική βλάβη) φτάνοντας έως και πέντε έτη για την πλημμεληματική μορφή του αδικήματος, ενώ η μέγιστη προβλεπόμενη ποινή είναι η κάθειρξη στην περίπτωση που ο δράστης επεδίωκε την πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης ή με την πράξη επήλθε θανατηφόρα σωματική βλάβη (311 ΠΚ). Μάλιστα, οι πράξεις ενδοοικογενειακής βίας σε βάρος εγκύου συνιστούν επιβαρυντική περίσταση, ενώ οι σωματικές βλάβες ενώπιον ανηλίκου εξομοιώνονται με σωματική βλάβη εις βάρος του ανηλίκου.

Τα θύματα της ενδοοικογενειακής βίας δεν πρέπει να μένουν απαθή κι αυτό θα πρέπει να καταστεί σαφές και να ενημερώνονται πλήρως τα πρόσωπα αυτά. Ο νόμος τους παρέχει διπλή δικαστική προστασία. Ειδικότερα, από ποινική σκοπιά, το θύμα των πράξεων αυτών μπορεί να προστατευτεί, είτε με καταγγελία στις αρμόδιες αρχές, είτε με την υποβολή μηνύσεως, οπότε και ακολουθεί αυτεπαγγέλτως η ποινική δίωξη του δράστη και εφαρμόζεται η αυτόφωρη διαδικασία. Μάλιστα, η διάταξη του άρθρου 18 του Ν. 3500/2006, λόγω της ιδιαίτερης ποινικής και κοινωνικής απαξίας των ανωτέρω πράξεων, προβλέπει ότι το αρμόδιο ποινικό δικαστήριο, ο αρμόδιος ανακριτής ή το δικαστικό συμβούλιο, μπορούν να ορίσουν ως περιοριστικό όρο την απομάκρυνση του δράστη από την οικογενειακή κατοικία, την μετοίκησή του, την απαγόρευση να προσεγγίζει τους χώρους κατοικίας ή και εργασίας του θύματος, τις κατοικίες στενών συγγενών του, τα εκπαιδευτήρια των παιδιών και ξενώνες φιλοξενίας, για όσο χρονικό διάστημα κρίνουν ότι είναι απαραίτητο.

Βέβαια, λόγω του γεγονότος ότι, στην ελληνική έννομη τάξη η απονομή της δικαιοσύνης από τα ποινικά δικαστήρια παρουσιάζει μεγάλες καθυστερήσεις, το θύμα για την άμεση προσωρινή δικαστική του προστασία μπορεί να προσφύγει στη λύση των ασφαλιστικών μέτρων και της προσωρινής διαταγής. Συγκεκριμένα, μπορεί να ζητήσει και να επιτύχει μέσα σε λίγες μόνο ημέρες με προσωρινή διαταγή του αρμοδίου Δικαστή την απομάκρυνση του δράστη από την οικογενειακή κατοικία, τη μετοίκησή του, την απαγόρευση να προσεγγίζει τους χώρους κατοικίας ή και εργασίας του θύματος, τις κατοικίες στενών συγγενών του, τα εκπαιδευτήρια των παιδιών κ.λπ. Σε περίπτωση μάλιστα που ο δράστης παραβιάσει την διαταγή του Δικαστή, το θύμα μπορεί να καλέσει την αστυνομία για να συλλάβει το δράστη.

Σε περίπτωση, δε, που στην οικογένεια υπάρχουν ανήλικα τέκνα μπορεί επιπλέον να ζητηθεί με την ίδια διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων και η ανάθεση της επιμέλειας των τέκνων από τον αιτούντα. Σε πολλές μάλιστα περιπτώσεις, επειδή τα θύματα εξαρτώνται και οικονομικά από τον δράστη, μπορεί το Δικαστήριο υπό προϋποθέσεις να διατάξει και τη χορήγηση διατροφής τόσο για τη σύζυγο, όσο και για τα ανήλικα τέκνα.

Συμπερασματικά: Στην ελληνική έννομη τάξη το πλέγμα προστασίας για τα θύματα της ενδοοικογενειακής βίας είναι ιδιαίτερα προστατευτικό. Θα πρέπει, όμως, αφενός τα θύματα να έχουν τη δυνατότητα ενημέρωσης με περισσότερες καμπάνιες, τόσο από την Πολιτεία, όσο και από τα ΜΜΕ, όπως επίσης και από τις κάθε είδους οργανώσεις που ασχολούνται με το φλέγον αυτό ζήτημα, αφετέρου δε τα ίδια τα θύματα να μη διστάζουν να απευθύνονται στους αρμόδιους φορείς για κάθε περιστατικό, προκειμένου να τύχουν της ανάλογης στήριξης σε ψυχολογικό, κοινωνικό και νομικό επίπεδο. Βέβαια οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι πολλά από τα θύματα  αντιμετωπίζουν αρκετές δυσκολίες στο να καταγγείλουν τη βία που τους ασκείται, δεδομένου ότι ο φόβος πολύ συχνά έχει φωλιάσει μέσα τους. Πολλές φορές φοβούμενοι και τα χειρότερα. Ιδιαίτερα αυτή την περίοδο που θύτης και θύμα είναι υποχρεωμένοι να βρίσκονται συνέχεια στον ίδιο χώρο και η αναζήτηση βοήθειας από το θύμα καθίσταται δύσκολη. Ως εκ τούτου η μεγαλύτερη εγρήγορση είναι αναγκαία από όλους τους κοινωνικούς φορείς αλλά και τους γείτονες και άλλα συγγενικά πρόσωπα, αλλά βεβαίως και τους Δήμους. Μόνον έτσι θα καταστεί δυνατή η απαραίτητη βοήθεια και αλληλεγγύη προς τους συνανθρώπους μας που υφίστανται τη βία.

Αθανάσιος Β. Καρουζάκης
Δικηγόρος Αθηνών

Η Εφημερίδα των Συντακτών
We are using cookies to give you the best experience. You can find out more about which cookies we are using or switch them off in privacy settings.
AcceptPrivacy Settings

GDPR

  • Πολιτική Cookies

Πολιτική Cookies

Στον ιστότοπο του Δικηγορικού Γραφείου χρησιμοποιούμε cookies για να βελτιώσουμε τη διαδικτυακή σας εμπειρία. Περισσότερα